Τη
Μεγάλη εβδομάδα κανένας Μαρμαρινός δεν πήγαινε ούτε να ψαρέψει ούτε να
μεταφέρει εμπόρευμα . Γι’αυτό πριν την
Κυριακή των Βαΐων όλα τα καΐκια ήταν δεμένα στο λιμάνι. Η μεγάλη εβδομάδα ήταν
περίοδος νηστείας και προσευχής και έπρεπε όλοι να είναι μαζεμένοι στο σπίτι.
Τα παιδιά από μέρες
μαζεύανε παλιά ρούχα και φτιάχνανε ένα ομοίωμα ανθρώπου και τον έλεγαν Ιούδα ή
Οβριό ή Εβραίο. Παίρνανε ένα παλιό ρούχο και το γέμιζαν κουρέλια .Συγχρόνως
όμως μαζεύανε και κληματσίδες ,και τις στοιβάζανε .Τον Οβριό τον έβαζαν πάνω
σ’ένα γαιδουράκι ,τον γύριζαν σ’ όλο το χωριό και τον κοροϊδεύανε . Καθώς
γυρνούσαν μέσα στο χωριό του ρίχνανε και πετρέλαιο για να μπορεί να καεί όλος.
Μόλις ο παπάς έλεγε το ¨Χριστός Ανέστη¨ βάζανε φωτιά τις κληματσίδες και
καιγόταν ο Ιούδας. Τις κληματσίδες που τις έκαναν στοίβα τις λέγανε ¨Φανό¨.
Στον παλιό Μαρμαρά τον έκαιγαν στην πλατεία έξω από την εκκλησία. Η προετοιμασία
του Οβριού ξεκινούσε από τη Μεγάλη Πέμπτη.
Τη Μεγάλη Πέμπτη οι
νοικοκυρές βάφανε τα κόκκινα αυγά.
Όσοι είχαν χάσει κάποιο
αγαπημένο πρόσωπο την προηγούμενη χρονιά, τη Μεγάλη Παρασκευή έβαφαν αυγά για
τους πεθαμένους τους ,που τα μοιράζανε το βράδυ της Ανάστασης.Την επόμενη μέρα
Κυριακή του Πάσχα πρωί περνούσαν από κάθε σπίτι ,χτυπούσαν την πόρτα και έδιναν
ένα κόκκινο αυγό που πάνω ήταν γραμμένα τα αρχικά του ονόματος και του επιθέτου
αυτού που είχε πεθάνει. Αυτό το έθιμο το τηρούνε ακόμα και σήμερα.
Στον
Παλιό Μαρμαρά τα κορίτσια πριν χτυπήσει η καμπάνα το πρωί της Μεγάλης
Παρασκευής ή και από το βράδυ της
προηγούμενης μέρας πήγαιναν στους κήπους και ζητούσανε από τις νοικοκυρές
λουλούδια για να στολίσουν τον επιτάφιο.
Το
πρωί της Μεγάλης Παρασκευής γινόταν η αποκαθήλωση του Χριστού. Κατέβαζαν το
νεκρό σώμα του Χριστού από το σταυρό και το βάζανε στο ¨κιβούρι¨, σ’ ένα ξύλινο
κρεβάτι. Στην πραγματικότητα άπλωναν ένα σεντόνι που πάνω σ’ αυτό ήταν ο νεκρός
Χριστός κεντημένος. Μετά συνήθιζαν να περνάν από κάτω από τον επιτάφιο
σταυρωτά ,για το καλό . Αυτό το σεντόνι ,ο επιτάφιος, βρίσκεται
τώρα στο Μουσείο Μπενάκη για συντήρηση. Είναι πολύ παλιό έργο τέχνης. Επίσης και ο ξύλινος τάφος που υπάρχει στην
εκκλησία μας έχει έρθει από τον Παλιό Μαρμαρά Κατασκευάστηκε στην αγία
Πετρούπολη από καθαρό μαόνι.
Αφού
γινόταν η αποκαθήλωση το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής ,το βράδυ χτυπούσε η
καμπάνα και όλοι πήγαιναν στην εκκλησία
για να ακούσουν ¨τα γράμματα της Μεγάλης Παρασκευής¨. Στη συνέχεια γινόταν η
λειτουργία του Μεγάλου Σαββάτου το πρωί. Ανάμεσα στις δυο λειτουργίες γινόταν η
περιφορά του επιταφίου γύρω στις τρεις με τέσσερις τα ξημερώματα, τότε που
υπήρχε απόλυτη ησυχία. Όταν επέστρεφαν
στο ναό , στην είσοδο ,τα παλικάρια σήκωναν ψηλά τον επιτάφιο και περνούσαν από
κάτω οι πιστοί.
Αυτό το
έθιμο μεταφέρθηκε και στο Νέο Μαρμαρά ,αλλά πριν πέντε –έξι χρόνια το έθιμο
αυτό δυστυχώς σταμάτησε και η περιφορά
του επιταφίου γίνεται νωρίτερα.
Το
Μεγάλο Σάββατο το βράδυ πήγαινε όλη η οικογένεια στην εκκλησία και μένανε μέχρι
να τελειώσει όλη η λειτουργία της Αναστάσεως. Μόλις ο παπάς έλεγε ¨ΧΡΙΣΤΟΣ
ΑΝΕΣΤΗ¨και χτυπούσαν οι καμπάνες , τα παλικάρια έριχναν τουφεκιές με αληθινά
όπλα. Τότε άρχιζαν να σφυρίζουν και τα
καράβια στο λιμάνι.
Το Πασχαλινό φαγητό δεν
ήταν σουβλιστό αρνί, αλλά γεμιστό με κουκουνάρια ,εντόσθια από το κατσικάκι
,άνηθο ,δυόσμο ,μαϊντανό ,λίγο ρύζι και μπόλικο κρεμμύδι. Γέμιζαν λοιπόν την
κοιλιά του με όλα αυτά ,το έραβαν ,το έβαζαν στο ταψί και το ψήνανε στο φούρνο.
Στον Παλιό Μαρμαρά υπήρχανε τότε 25 φούρνοι. Όλες οι νοικοκυρές βάζανε το ταψιά
στο φούρνο από το Μ.Σάββατο και μετά τον σφράγιζαν με ζυμάρι. Τον άνοιγαν τον φούρνο μόνο όταν
τελείωνε η λειτουργία της Ανάστασης .Τότε οι ΄΄νοικοκυραίοι ΄΄περνούσαν από το
φούρνο και ο καθένας έπαιρνε το ταψί του.
Το πρωί της Κυριακής γινόταν και γίνεται ακόμα και
τώρα η ¨Διπλανάσταση¨.
Επαναλαμβάνονται
τα λόγια της Ανάστασης που είπαν το βράδυ. Δε γίνεται όμως κανονική λειτουργία
αλλά απλά μια ακολουθία για να λαμπρύνει την ημέρα του Πάσχα. Αφού τελειώσουν
τα αναστάσιμα λόγια ,οι Μαρμαρινοί με τους παπάδες και τους ψάλτες βγαίνουν από
την εκκλησία με τα λάβαρα ,την αναστάσιμη εικόνα και κάνουν μια περιφορά μέσα
στο χωριό. Στον Παλιό Μαρμαρά γυρνούσαν τη δική τους ενορία αφού υπήρχαν τέσσερις
ενορίες στο χωριό. Στο Ν.Μαρμαρά παλιά γυρνούσαν σε όλο το χωριό .
Τώρα όμως που το χωριό
έχει απλωθεί πολύ και για να το γυρίσεις χρειάζονται πάνω από δυο ώρες ,κάθε
χρόνο περνάνε από μια περιοχή ,την επόμενη χρονιά από άλλη. Καθώς γίνεται η
περιφορά σταματούν και κάνουν ευχές και ευλογούν κτίρια.
Μόλις τελείωνε η περιφορά
πήγαιναν στα σπίτια τους και τρώγαν το γεμιστό κατσίκι.
……………………Από παλιότερη
συνέντευξη της κ. Τούλας Παναγιωταρέλη –Συγκουρλή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.